«Το να αποδεχτούμε ότι το παιδί μας είναι διαφορετικό, ούτε καλύτερο ούτε χειρότερο – απλά διαφορετικό – είναι το πρώτο βήμα»
Η επιλεκτική ή εκλεκτική αλαλία είναι μια αγχώδης διαταραχή που εκδηλώνεται στην παιδική ηλικία και αφορά την αδυναμία του παιδιού να μιλήσει και γενικότερα να επικοινωνήσει με ανθρώπους που δεν ανήκουν στο οικείο περιβάλλον του, όπως η οικογένεια. Παρατηρείται, σε περιβάλλοντα όπως το σχολείο, μερικά παιδιά να μην ανταποκρίνονται στην επικοινωνία με άτομα είτε της ηλικίας τους είτε και μεγαλύτερα.
Τα παιδιά αυτά, συχνά, αναπτύσσουν συναισθήματα φόβου όταν βρίσκονται σε κατάσταση κοινωνικής αλληλεπίδρασης και για ο,τιδήποτε απαιτεί την ενεργή συμμετοχή τους. Ερευνητές έχουν καταλήξει πως η επιλεκτική αλαλία έχει κοινά χαρακτηριστικά και με άλλες αγχώδεις διαταραχές όπως, για παράδειγμα, η κοινωνική φοβία. Παρουσιάζουν το ίδιο περιορισμένες κοινωνικές δεξιότητες με τα παιδιά με κοινωνική φοβία, με αντίστοιχα επίπεδα κοινωνικού άγχους, γνωστικών και ακαδημαϊκών επιδόσεων.
Ειδικότερα, σε διάφορες δραστηριότητες, το παιδί μπορεί να μην αντιδρά λεκτικά, να προτιμά να παραμένει ανέκφραστο ή απαθές. Η βλεμματική επαφή, συνήθως, απουσιάζει ή είναι ελάχιστη και προτιμά να απευθύνει το λόγο δείχνοντας ή γνέφοντας με το κεφάλι. Σε πολλές περιπτώσεις, συνυπάρχουν και συμπτώματα όπως η ονυχοφαγία, η νυχτερινή ενούρηση, οι ναυτίες ή ο κοιλόπονος. Ενδέχεται να υπάρχουν έως και αισθητηριακά προβλήματα, όπως η δυσανασχέτηση με το έντονο φως ή τους έντονους ήχους, με κάποια είδη υφασμάτων ή ακόμη κι ετικετών από ρούχα, ίσως και με αγγίγματα στο σώμα ή τα μαλλιά. Αξίζει να τονιστεί, πως λόγω του ότι τα παιδιά αυτά δυσκολεύονται να διαχειριστούν κάποιες καταστάσεις, συχνά, έχουν ξεσπάσματα θυμού ή γίνονται ιδιαίτερα αγενή έως και χειριστικά.
Πολλοί γονείς βιώνοντας την παραπάνω κατάσταση με τα παιδιά τους οδηγούνται, λανθασμένα, στο συμπέρασμα πως εκείνα είναι απλώς ντροπαλά, νωθρά ή βαριούνται να μιλήσουν και να συμμετέχουν σε οποιαδήποτε κοινωνική πρακτική, παραμένοντας, έτσι, αδρανείς – αφού στους ανθρώπους με τους οποίους νιώθουν οικεία συμπεριφέρονται δίχως να παρουσιάζουν δυσκολίες-αποδίδοντας, κάποιες φορές, την ευθύνη στους άλλους που έρχονται σε επαφή με τα παιδιά τους και τα ίδια αρνούνται την επικοινωνία μαζί τους.
Τα αίτια της επιλεκτικής αλαλίας δεν είναι τόσο ξεκάθαρα, όμως, η επιστημονική κοινότητα αναφέρεται σε μια σειρά αλληλένδετων παραγόντων, όπως ιδιοσυγκρασία, γενετικά χαρακτηριστικά και κοινωνικοί παράγοντες. Οι ειδικοί υπογραμμίζουν ότι, όπως στις περισσότερες αγχώδεις διαταραχές, είναι πιθανό να υπάρχει κάποιο γενετικό υπόστρωμα, το οποίο μπορεί να εκδηλωθεί με διάφορους τρόπους στα μέλη της οικογένειας. Με άλλα λόγια, πολύ συχνά οι γονείς παρουσιάζουν ιστορικό διαταραχών, όπως επιλεκτική αλαλία, κατάθλιψη, γλωσσικές διαταραχές ή διαταραχές προσωπικότητας.
Πώς αντιμετωπίζουμε ένα παιδί με επιλεκτική αλαλία;
Κύριοι λόγοι εμφάνισης της επιλεκτικής αλαλίας είναι ο φόβος και το άγχος. Επομένως, η προσοχή πρέπει να στραφεί στην αναζήτηση και τον εντοπισμό των παραγόντων που προκαλούν τα δύο παραπάνω συναισθήματα. Αρχικά, συνιστάται η παρέμβαση ψυχολόγου και λογοθεραπευτή όπου θα αξιολογηθούν βασικοί τομείς και θα αποκλειστούν άλλες διαταραχές που παρουσιάζουν κοινά συμπτώματα με την επιλεκτική αλαλία.
Τέλος, ως γονείς ή/και εκπαιδευτικοί μπορούμε να ακολουθήσουμε κάποια βήματα αντιμετώπισης που θα βοηθήσουν στην επίλυση των όποιων ζητημάτων και είναι τα εξής:
- Δεν πιέζουμε το παιδί να μιλήσει με το ζόρι, ούτε το «βομβαρδίζουμε» με ερωτήσεις του τύπου «γιατί δε μιλάς;», «πες μου τι έχεις», «μίλα». Ενθαρρύνουμε τη συναναστροφή του παιδιού με άλλα παιδιά ακόμη και εκτός σχολείου.
- Δίνουμε αρκετό χρόνο στο παιδί ώστε να ολοκληρώσει μια δραστηριότητα ή να απαντήσει σε μια ερώτηση και δεν επεμβαίνουμε αμέσως.
- Προωθούμε την ένταξη του παιδιού σε δραστηριότητες που δεν απαιτείται παραγωγή και χρήση λόγου, όπως μουσική, ζωγραφική κ.ά.
- Καλό θα είναι να αποφεύγεται η συζήτηση με τρίτα πρόσωπα που να αφορά το θέμα της συμπεριφοράς του παιδιού και να είναι το ίδιο παρόν.
- Απαιτείται η ενημέρωση όλων των ατόμων που έρχονται σε επαφή με το παιδί ώστε να γνωρίζουν για τον λεπτό χειρισμό της κατάστασης.
- Προσπαθούμε οι ίδιοι να είμαστε αρκετά κοινωνικοί και ομιλητικοί με όλους, δίνοντας το παράδειγμα που θέλουμε να ακολουθήσει το παιδί, παίζουμε πολύ μαζί του και με άλλα άτομα ταυτόχρονα, συζητάμε ή τραγουδάμε όλοι μαζί.
Η παρέμβαση θα πρέπει να είναι εξατομικευμένη και σε πολλές περιπτώσεις είναι αναγκαίος ο συνδυασμός θεραπευτικών μεθόδων καθώς και η συνεργασία σχολείου, γονέων και κοινωνικού περιβάλλοντος. Στόχοι αποτελούν ο περιορισμός του άγχους και η ενίσχυση της αυτοπεποίθησης και της αυτοεικόνας του παιδιού ώστε να βελτιωθεί σταδιακά η επικοινωνιακή του ικανότητα και οι λεκτικές επικοινωνιακές του αντιδράσεις.
Βασιλεία Καραφυλίδου
Παιδαγωγός – “Κοινωνία, εκπαίδευση και παιδαγωγική” MSc